Athens Calling – Μ. Μουσμούτη: εγχειρίδιο «ΓΛΩΣΣΑ και ΑΝΑΠΗΡΙΑ», αρχές για την συμπεριληπτική γλώσσα όπως και την καταπολέμηση του Στίγματος Ψυχικής Υγείας στο Δημόσιο Λόγο

 

Περικλής Βασιλόπουλος: Λοιπόν, Athens Calling, Η Αθήνα Καλεί, Περικλής Βασιλόπουλος και τώρα θα περάσουμε στο επόμενο θέμα μας και έχω εδώ στο Ραδιομέγαρο της Αγίας Παρασκευής την κυρία Μαρία Μουσμούτη, η οποία είναι Διδάκτωρ Νομικής, είναι Λέκτωρ στο Ινστιτούτο Προωθημένων Νομικών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο του Λονδίνου, είναι και συντονίστρια σε μια πολύ ενδιαφέρουσα σειρά εγχειρίδιων, που έχουν θέμα γλώσσα και αναπηρία, η γλώσσα και το στίγμα ψυχικής υγείας στο δημόσιο χώρο. Καλώς ήρθατε κυρία Μουσμούτη.

Μαρία Μουσμούτη: Σας ευχαριστώ πολύ για την πρόσκληση, καλησπέρα και από μένα.

ΠΒ: Μόλις είδα αυτά τα εγχειρίδια, πραγματικά είναι πολύ σημαντικό θέμα το πως μιλάμε, όχι μόνο τα μίντια και οι δημοσιογράφοι, αλλά και πως η ίδια η πολιτεία και η κοινωνία. Να ξεκινήσουμε αμέσως με μερικές ερωτήσεις γιατί θα το συνεχίσουμε και στο δεύτερο μέρος της εκπομπής. Υπάρχουν ακόμα πολλοί άνθρωποι που για τα άτομα με αναπηρία, αναφέρονται σε άτομα με ειδικές ανάγκες, με καλής διάθεσης, αλλά αυτό τους έχει μείνει. Εδώ στο εγχειρίδιο λέτε ότι δεν πρέπει με τίποτα να γίνεται αυτό, δεν το δέχονται ούτε τα ίδια τα άτομα με αναπηρία και γενικά και στην Ευρώπη. Γιατί όμως και ποιο είναι το εναλλακτικό;

ΜΜ: Ακριβώς, υπάρχουν κάποιοι όροι που είναι παρωχημένοι, πέρα ότι είναι παρωχημένοι, ότι έχουν ξεπεραστεί δηλαδή από τις καταστάσεις, γιατί υπάρχει πλέον η Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για τα άτομα με αναπηρία. Μιλάμε για τα άτομα με αναπηρία, διαχωρίζουμε το άτομο από ανάγκες, από παθήσεις και από βλάβες. Η ταυτότητα είναι από μόνο του στιγματιστικό.

ΠΒ: Αυτό είναι σημαντικό, ξεχωρίζουμε το άτομο από μία επιμέρους ιδιότητά του, θετική ή αρνητική και είναι μόνο μία ιδιότητά του. Μπορεί κάποιος να πει το ότι είναι μία βλάβη, το αφήνω αυτό, γιατί έχετε και σε αυτό ένα θέμα. Είναι μια έλλειψη, αλλά είναι μία από τις πολλές που μπορεί να εξισορροπηθεί. Αυτό είναι το ένα. Μιλάμε για τα άτομα με αναπηρία, όχι με Ειδικές Ανάγκες.

ΜΜ: Ακριβώς, η αναπηρία είναι στοιχείο διαφορετικότητας πλέον. Δηλαδή πως είμαστε όλοι διαφορετικοί, άλλος είναι ψηλός, άλλος είναι κοντός, άλλος είναι ξανθός, άλλος είναι μελαχρινός, κάποιοι είναι ανάπηροι, κάποιοι δεν έχουν κάποια αναπηρία. Δηλαδή είναι στοιχείο της ανθρώπινης ποικιλομορφίας. Έτσι το αντιλαμβανόμαστε. Άρα δεν έχει να κάνει με την ικανότητα ή την ανικανότητα ενός ανθρώπου, δεν έχει να κάνει μόνο με τα δικά του χαρακτηριστικά. Η σύγχρονη έννοια της αναπηρίας, είναι κάτι πολυδιάστατο. Έχει να κάνει με τα χαρακτηριστικά του ατόμου, αλλά έχει να κάνει και με το περιβάλλον και πως αυτό είναι διαμορφωμένο για να αποδεχτεί άτομα που είναι διαφορετικά και έχει να κάνει και με συμπεριφορές και εκεί είναι που μπαίνουν τα στερεότυπα, η γλώσσα, ο τρόπος με τον οποίο όλοι εμείς τους αντιμετωπίζουμε.

ΠΒ: Άρα δε λέμε άτομα με Ειδικές Ανάγκες, αλλά λέμε Άτομα με Αναπηρία και επίσης έχουμε πάντα στο μυαλό μας ότι πρέπει να ξεχωρίζουμε το άτομο, από επιμέρους ιδιότητές του. Αυτό ισχύει γενικά. Ακόμα και όταν υπάρχει μια άποψη, διαφωνούμε με την άποψη, δεν πάει να πει ότι επιτιθέμεθα στο άτομο.

ΜΜ: Προφανώς, η Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για τα Δικαιώματα των Ατόμων με Αναπηρία, είναι ένα νομικό κείμενο, είναι το τελευταίο αν θέλετε νομικά δεσμευτικό κείμενο των Ηνωμένων Εθνών για Ανθρώπινα Δικαιώματα. Το 2006 τέθηκε σε ισχύ, στην ουσία τί κάνει; Δεν εισάγει νέα δικαιώματα, όσο ξανά βλέπει τα δικαιώματα υπό την οπτική της αναπηρίας και δείχνει τις διαστάσεις τους που είναι διαφορετικές για τα Άτομα με Αναπηρία. Άρα, πώς μπορούμε να έχουμε ίση συμμετοχή στην Κοινωνία και ίση απόλαυση των δικαιωμάτων, αυτό που λέμε είναι ότι έχουμε όλοι ίσα δικαιώματα και υποχρεώσεις, δεν μας διαφοροποιεί, ούτε το φύλο μας, ούτε η αναπηρία μας, ούτε άλλα χαρακτηριστικά που διαμορφώνουν την ταυτότητα του ανθρώπου και όταν μιλάμε για ταυτότητα του ατόμου, μιλάμε για όλα αυτά μαζί, γιατί ένα άτομο δεν είναι μόνο γυναίκα ή μόνο άνδρας ή μόνο οτιδήποτε άλλο. Είναι όλα αυτά μαζί.

ΠΒ: Και άνδρας και γυναίκα και έχει ή δεν έχει μια αναπηρία. Επίσης, μπορεί να μην έχει τώρα ια αναπηρία, αλλά να έχει αύριο. Γιατί πάνω από το 1/3 του πληθυσμού σε φάση της ζωής του, τώρα που έχει αυξηθεί και το προσδόκιμο ζωής, φτάνει και έχει κάποια μορφής αναπηρία ή άλλη βλάβη ή αναπηρία.

ΜΜ: Αυτό ακριβώς και η ίδια η έννοια της αναπηρίας είναι μία έννοια, η οποία είναι εξελισσόμενη. Για παράδειγμα τώρα μιλάμε για αναπηρία και χρόνιες παθήσεις. Χρόνιες παθήσεις, για παράδειγμα οι άνοιες ή η νόσος Αλτσχάιμερ, είναι ένας ολόκληρος κόσμος, που δεν έχει μπει στο φάσμα των πολιτικών, υποστηρικτικών, των προνοιακών, ακόμα αντιμετωπίζεται κάτω από άλλα πρίσματα.

ΠΒ: Λέτε επίσης ότι η έννοια κωφάλαλος, δεν πρέπει να λέγεται με τίποτα, είναι προσβλητική… Γιατί;

ΜΜ: Υπάρχουν πολλά είδη αναπηρίας. Υπάρχει η αισθητηριακή αναπηρία, υπάρχει η κινητική αναπηρία, υπάρχει η πνευματική αναπηρία, η ψυχική αναπηρία. Οι όροι που αναφέρατε δεν σημαίνουν τίποτα και τους βρίσκουμε δυστυχώς σε πάρα πολλά σημεία. Να πω δηλαδή τώρα, ότι η νομοθεσία, είχε ακόμα κώδικές μας, κώδικες ποινικής δικονομίας, αν δεν κάνω λάθος. Είχε πρόβλεψη σε ένα άρθρο, ότι οι δικαστές μπορούν να μην καλέσουν κάποιον, ως μάρτυρα, αν αυτός είναι παράφρονας ή βλάκας. Δεν μπορείς να αναφέρεσαι έτσι σε κανέναν, όχι λόγω αναπηρίας, για κανέναν λόγο.

ΠΒ: Πώς είναι δυνατόν να βρούμε στοιχεία μιας συμπεριληπτικής γλώσσας, η οποία ξεπερνά εμπόδια, ξεπερνά στερεότυπα και κινήσεις που τιμωρούσαν μια κατηγορία συχνά ευάλωτων συμπολιτών μας. Λοιπόν, συνεχίζουμε κυρία Μουσμούτη, αυτό που ξεκινήσαμε. Τι θα μπορούσε να είναι αυτό που λέμε συμπεριληπτική γλώσσα. Δεν λέμε άτομα με ειδικές ανάγκες αλλά άτομο με αναπηρία. Δεν λέμε, δεν πρέπει να λέμε και στη βάση νομοθεσίας των ΟΗΕ και της Ευρώπης «κουφός, άλλαλος ή κωφάλαλος» αλλά άτομα με αισθητηριακή αναπηρία, άλλαλος εκ κωφώσεως, κωφός και όχι κουφός, ή βαρήκοος. Άυτά γράφετε στο εγχειρίδιο. Για εξηγείστε.

ΜΜ: Να πω καταρχάς ότι αυτή είναι μία δουλειά, τα εγχειρίδια αυτά τα οποία μπορεί να τα βρει όποιος ενδιαφέρεται και διαδικτυακά είναι διαθέσιμα online στον ιστότοπο «www.svinoumetostigma» είναι μία συνεργασία της εταιρίας κοινωνικής ψυχιατρικής «Παναγιώτης Σακκελαρόπουλος» με το κέντρο Ευρωπαϊκού Συνταγματικού Δικαίου του ίδρυμα Θεμιστοκλή και Δημήτρη Τσάτσου, είναι μία δουλειά που μόλις τελείωσε, αλλά τρέχει εδώ και δύο χρόνια όπου στην ουσία αυτό που προσπαθήσαμε να κάνουμε είναι να δούμε την χρήση του λόγου σε σχέση με την αναπηρία και την ψυχική αναπηρία σε διαφορετικά πλαίσια. Ένα από αυτά ήτανε ο δημοσιογραφικός λόγος. Ένα άλλο πλαίσιο ήταν ο δημόσιος λόγος, δηλαδή αυτός που αρθρώνεται μέσα από διοικητικά έγγραφα νομοθεσία.

ΠΒ: Και μες την κοινωνία.

ΜΜ: Προφανώς αυτό μπορεί να ανοίξει πολύ παραπάνω εγώ σας λέω από που ξεκινήσαμε, και αποτέλεσμα αυτής της δουλειάς ήταν να συγκεντρώσουμε κάποια παραδείγματα που βρήκαμε σε άρθρα, σε εφημερίδες ή σε διαδικτυακά μέσα στη νομοθεσία σε διοικητικά έγραφα και να δούμε ποιος είναι ο ορθός τρόπος να εκφράζεται κανείς. Όλα αυτά τα παραδείγματα είναι πραγματικά, δεν τα επινοήσαμε εμείς.

ΠΒ: Μα χρησιμοποιούνται. Η λέξη κωφάλαλος αναπαράγεται και λέγεται αρκετά συχνά. Η έκφραση «με ειδικές ανάγκες» έχει υποχωρήσει. Όλο και πιο πολλοί λένε «το ΑμεΑ» , δηλαδή άτομο με αναπηρία, αλλά το κωφάλαλος χρησιμοποιείται ευρέως, ακόμα. Και σεις λέτε λοιπόν ότι αυτό που λέγεται συμπεριληπτική γλώσσα και σωστή αντιμετώπιση αυτού που η ΕΕ μιλάει για τη δικαιωματική αντίληψη της αναπηρίας είναι στα δύο συγκεκριμένα παραδείγματα που δώσαμε μία άλλη διατύπωση, εναλλακτική έκφραση.

ΜΜ: Η συμπεριληπτική γλώσσα αυτό που έχει σαν χαρακτηριστικό είναι πως καταρχάς ότι εστιάζει στο άτομο, δεν εστιάζει απαραίτητα στα επιμέρους χαρακτηριστικά που μπορεί να έχει ένα άτομο, αν αυτό δεν έχει κάποιο λόγο ύπαρξης. Δηλαδή δεν έχουμε λόγο να αναφερθούμε στην αναπηρία κάποιου αν αυτό δεν είναι με κάποιο τρόπο σχετιζόμενο με ότι προσπαθούμε να πούμε. Πολλές φορές δηλαδή είναι κάτι που το βρίσκουμε σε παραδείγματα ή σε κείμενα. Τονίζει κανείς ότι ο άλλος είναι άτομο που έχει μία διάγνωση ψυχική, ή κάποιο ψυχοκοινωνικό πρόβλημα, χωρίς αυτό να σχετίζεται όμως με αυτό που θέλει να πει ή αυτό που θέλει να περιγράψει.

ΠΒ: Μερικές φορές όμως σχετίζεται.

ΜΜ: Μερικές φορές σχετίζεται. Σε αυτή τη περίπτωση αυτό που πρέπει να κάνουμε είναι να το περιγράψουμε με έναν τρόπο που δεν στιγματίζει και δεν πατάει πάνω σε στερεότυπα που ήδη υπάρχουν. Πχ τη σύνδεση της ψυχικής αναπηρίας με την εγκληματικότητα. Αυτό δεν ισχύει.

ΠΒ: Αυτό είναι πολύ σημαντικό. Δεν ισχύει γιατί; Για πείτε.

ΜΜ: Έχει αποδειχθεί επιστημονικά ότι δεν υπάρχει σύνδεση.

ΠΒ: Στους μεγάλους αριθμούς δεν υπάρχει. Είναι πολλαπλές οι έρευνες που λένε ότι το ποσοστό των ανθρώπων που κάνουν κάποιου είδους εγκληματικές βαριές ή μεσαίες ή μικρές πράξεις και έχουν προβλήματα ψυχικής υγείας είναι ακριβώς το ίδιο με το γενικό πληθυσμό.

ΜΜ: Δεν υπάρχει καμία επιστημονική τεκμηρίωση που να επιτρέπει αυτόν τον αυτοματισμό στη σύνδεση των δύο. Άρα αυτό είναι ένα στερεότυπο που πολλές φορές αναπαράγουμε, μπορεί και χωρίς να το κάνουμε συνειδητά, το οποίο πρέπει να αλλάξει.

ΠΒ: Το αξιοποιούν και οι Συνήγοροι, είστε και δικηγόρος και νομικός. Συχνά οι Συνήγοροι δραστών εγκλημάτων για να προωθήσουν την έννοια ότι είναι ένα ελαφρυντικό και ότι δεν πρέπει να τους κρίνουμε ως κοινούς εγκληματίες.

ΜΜ: Αυτό είναι άλλο. Αυτό έχει να κάνει με τον καταλογισμό. Δηλαδή αυτό είναι πλέον με τον τρόπο με τον οποίο λειτουργεί…

ΠΒ: Αλλά χρησιμοποιείται. Πολλοί δικηγόροι λειτουργούν πρώτα στην κοινή γνώμη και μετά στους επίσημους θεσμούς.

ΜΜ: Ναι, αλλά αυτό είναι κάτι ειδικότερο. Εμείς εδώ ασχοληθήκαμε και προσπαθήσαμε να δούμε την γλώσσα την πιο κοινή αν θέλετε. Όχι την εξειδικευμένη, τη νομική γλώσσα που χρησιμοποιείται στο δικαστήριο και μες το νομικό σύστημα που έχει τη δική του λογική. Προσπαθήσαμε να δούμε καταρχάς την γλώσσα που χρησιμοποιούν οι δημοσιογράφοι, και πως περιγράφουν ειδήσεις, πράγματα που συμβαίνουν στη καθημερινότητα, και πως χρησιμοποιούν τη γλώσσα με τέτοιο τρόπο που μπορεί να στιγματίζει. Το πρόβλημα με αυτή τη χρήση της γλώσσας είναι ότι προκαλεί κακό σε κάποιους ανθρώπους, τους απομονώνει τους συνδέει με πράγματα χωρίς να έχουν κάνει κάτι, χωρίς να φταίνε για κάτι. Αυτό λοιπόν δεν μπορεί να γίνεται χωρίς να υπάρχει αντικειμενικός λόγος και χωρίς να το καταλαβαίνουμε και να το κάνουμε αυτόματα. Δεν είναι ορθό, δεν είναι σωστό.

ΠΒ: Για να μην τα μπερδέψουμε. Ένα είναι με την αναπηρία, δεύτερο είναι με την ψυχική αναπηρία ένα τρίτο είναι σύνδεση με την εγκληματικότητα. Για το θέμα και το στιγματισμό γενικά. Για το θέμα το πως μιλάμε για την αναπηρία έχετε εδώ πολλά παραδείγματα. Αυτιστικός, είναι αδόκιμος ο όρος λέτε. Πρέπει να λέμε «άτομο με διάγνωση διαταραχής αυτιστικού φάσματος».

ΜΜ: Ναι, γιατί, πρώτον, όταν πεις πως κάποιος είναι αυτιστικός ταυτίζεις το άτομο με μία διάγνωση που έχει. Το δεύτερο είναι μία περιγραφή η οποία διαχωρίζει το άτομο.

ΠΒ: Το σωστό λέτε είναι να χρησιμοποιούμε μία αντικειμενική, όσο το δυνατόν, περιγραφή, να έχει σχέση με τον αυτοκαθορισμό των ατόμων που έχουν αναπηρία.

ΜΜ: Ο αυτοκαθορισμός είναι η βασική αρχή της συμπεριληπτικής γλώσσας. Δηλαδή όταν στο προφορικό λόγο αν κάποιος επιλέγει να αυτοπροσδιορίζεται με έναν τρόπο, αυτός πρέπει να είναι σεβαστός. Από κει και πέρα, οι επόμενες κατευθυντήριες γραμμές που μας δίνει η συμπεριληπτική γλώσσα είναι ότι δεν συνδέουμε το άτομο με την αναπηρία, ή με άλλα χαρακτηριστικά του, ότι όπου χρειάζεται να αναφερθούμε σε αυτό, αν είναι σχετικό με αυτό που προσπαθούμε να πούμε το κάνουμε με έναν τρόπο που είναι ουδέτερος, και ποτέ δεν ξεπερνάμε αυτό το όριο.

ΠΒ: Προσπαθούμε να μη πληγώνουμε, να μη στιγματίζουμε, και ότι αυτό δεν είναι για λόγους, όπως λένε μερικοί, πολιτικής ορθότητας, που το κάνουμε, δηλαδή τη συμπεριληπτική γλώσσα, γιατί υπάρχουν μερικοί που το λένε, βέβαια το λένε για το σεξισμό περισσότερο.

ΜΜ: Για μένα είναι δικαιωματικό θέμα. Δεν είναι θέμα πολιτικής ορθότητας.

ΠΒ: Υπάρχουν αυτοί που λένε «οι δικαιωματιστές». Ότι δηλαδή αυτοί που προωθούν την συμπεριληπτική γλώσσα, βέβαια τώρα έχουν μπερδευτεί κάπως γιατί προέρχονται από ένα είδος χώρου που είναι συνήθως χώρος της δεξιάς. Τώρα έχουν μπερδευτεί γιατί επίσημοι υπουργοί της κυβέρνησης μιλάνε για συμπεριληπτικό λόγο. Είχα καλεσμένο την προηγούμενη βδομάδα τον κ. Γεραπετρίτη ο οποίος επανέλαβε πάνω από 5 φορές το συμπεριληπτικό λόγο.

ΜΜ: Κοιτάξτε, είναι ένας διάλογος που έχει ξεκινήσει παγκόσμια εδώ και χρόνια. Δεν είναι πολύ καινούργιος διάλογος, αλλά είναι πολύ σημαντικό ότι γίνεται. Και ο διάλογος αυτός, η συμπεριληπτική γλώσσα δεν αφορά μόνο την αναπηρία, αφορά τις ιδιότητες και της ταυτότητες των ατόμων στα οποία αναφερόμαστε, και για τα οποία η χρήση της γλώσσας που κάνουμε μπορεί να θίγει ή να απομονώνει άτομα ή ομάδες.

ΠΒ: Εδώ βέβαια το αφήνετε λίγο θολό. Υπάρχουν, βέβαια, άτομα με αναπηρία που δέχονται, και σας το λέω και από καλεσμένους, και θεωρώ ότι είναι ένα εξαιρετικά σημαντικό σημείο της ΕΚΕ της ΕΡΤ. Έχω και εγώ και άλλες εκπομπές τέτοιου είδους θέματα και είναι κρίσιμος ο ρόλος της ΕΡΤ για τη συμπεριληπτική γλώσσα. Και υπάρχουν ορισμένα άτομα με αναπηρία που δέχονται ότι είναι μια «βλάβη» αυτό το οποίο έχουν, ενώ εσείς λέτε ότι όπου υπάρχει υποψία πώς έχει αναφερθεί ότι έχουν μια «βλάβη», αυτό είναι λάθος.

ΜΜ: Αυτό που λέει η συμπεριληπτική γλώσσα είναι ότι δεν συνδέουμε την αναπηρία με «βλάβη» ή «διαταραχή», οτιδήποτε μπορεί να υπονοεί ότι υπάρχει ένα ιδεατό πρότυπο. Δεν υπάρχει αυτό.

ΠΒ: Είναι λεκτικό το θέμα. Όταν θες να περιγράψεις ότι κάποιος δεν βλέπει…

ΜΜ: Λέμε ότι έχει αισθητηριακή αναπηρία.

ΠΒ: Με άτομα που έχω συζητήσει μπορεί να το περιγράψουν αυτό που έχουν ως αισθητηριακή βλάβη. Ενώ οι περισσότεροι άνθρωποι έχουν και τις έξι αισθήσεις, αυτοί δεν τις έχουν. Έχουν όλες τις άλλες, και πολλές άλλες δεξιότητες. Δεν ταυτίζονται με αυτή την έλλειψη.

ΜΜ: Η λέξη «βλάβη» φέρει μια αρνητικότητα. Δεν είναι κάτι καλό, δεν είναι ουδέτερο.

ΠΒ: Η κριτική ήταν ότι δεν δεχόμαστε να αναφερόμαστε ως άτομα με ειδικές ανάγκες, είμαστε άτομα με αναπηρία. Αλλά όταν μου ζητήσει κάποιος να κάνει μία περιγραφή και σε εκπομπή μου πάντως, καλεσμένος με αναπηρία δήλωσε πώς δεν υπάρχει πρόβλημα το να ειπωθεί ότι είχε μια βλάβη. Το ζήτημα ήταν να μην ταυτιστεί με αυτή.

ΜΜ: Εγώ πιστεύω ότι η χρήση τέτοιων όρων, στα στάδιο αυτό που είμαστε, που ακόμα δεν τα καταλαβαίνουμε όλα. Η σύνδεση αυτή μοιραία οδηγεί σε αυτοματισμούς, σε πατάει σε στερεότυπα που προσπαθούμε να αλλάξουμε. Άρα καλό είναι όσο μπορούμε να το αποφεύγουμε.

ΠΒ: Άρα να αποφεύγουμε να χρησιμοποιούμε τη λέξη βλάβη.

ΜΜ: Δηλαδή, δεν υπάρχει κάποια ειδική ανάγκη, δεν υπάρχει ανάγκη, δεν υπάρχει βλάβη, δεν υπάρχει διαταραχή. Όπου έχουμε εναλλακτική χρησιμοποιούμε έναν όρο που δεν ταυτίζει το άτομο, δεν το συνδέει με βλάβη/ διαταραχή.

ΠΒ: Μερικές φορές πάντως υπάρχουν ορισμένα πρακτικά προβλήματα. Στα άτομα με αναπηρία, με νοητική αναπηρία είναι σημαντικό να περιγραφεί, ώστε να βοηθηθεί και η επικοινωνία μαζί τους.

ΜΜ: Όταν ένα άτομο θέλει να μιλήσει συγκεκριμένα, μπορεί κάποιος να αναφερθεί στη διάγνωση που έχει, π.χ. άτομο με νοητική αναπηρία, άτομο με απώλεια ακοής κ.λ.π. Αυτός είναι ο τρόπος με τον οποίο εκφράζουμε με έναν πιο ουδέτερο τρόπο ό, τι έχει να κάνει με την αναπηρία του ατόμου. Αυτό, όμως, δεν είναι το πιο σημαντικό πρόβλημα.

ΠΒ: Ποιο είναι το πιο σημαντικό πρόβλημα; Ποιο είναι το πιο σημαντικό πρόβλημα στις δημοσιογραφικές δεοντολογίες; Κάνατε μια έρευνα για αυτό.

ΜΜ: Ξεκινήσαμε με τα δημοσιογραφικά κείμενα, επιλέγοντας ένα δείγμα άρθρων, και κοιτώντας ποια είναι τα χαρακτηριστικά, το πώς αποτυπώνεται ιδίως η ψυχική αναπηρία, γιατί το στίγμα συνδέεται σε μεγάλο βαθμό και με τη ψυχική αναπηρία. Ένα πολύ έντονο θέμα και ένας από τους οδηγούς αφορά τα 14 σημεία που οφείλουν να προσέχουν οι δημοσιογράφοι όταν χρησιμοποιούν το λόγο σε ό, τι αφορά την ψυχική αναπηρία, και την αναπηρία γενικότερα, έχει να κάνει με τη «ψυχιατρικοποίηση» καταστάσεων, χωρίς, όμως, αυτό να προέρχεται αυτό από κάποια έγκυρη πηγή, γενικεύσεις αόριστες, γενικευμένες, και προερχόμενες από κάποιον που δεν έχει ιδιότητα που να του επιτρέπει να κάνει με τέτοιου είδους διαγνώσεις. Γενικεύσεις αόριστες, αφηρημένες και προερχόμενες από κάποιον που δεν έχει καμία ιδιότητα να κάνει τέτοιες διαγνώσεις.

ΠΒ: Και είναι κάτι που θίγει άλλους συμπολίτες μας, οι οποίοι αντιμετωπίζουν για ένα χρονικό διάστημα μια μορφή ψυχικής αρρώστιας.

ΜΜ: Είναι κάτι που δεν θίγει μόνο συγκεκριμένα άτομα και ομάδες, αλλά και αναπαράγει στερεότυπα.

ΠΒ: Δηλαδή; Για πείτε κι άλλα παραδείγματα.

ΜΜ: Για παράδειγμα, η έρευνα εστίασε σε διάφορα σημεία. Εξέτασε ακόμα και το ζήτημα της μητρότητας, ο τρόπος, δηλαδή, που παρουσιάζεται η επιλόχεια κατάθλιψη.

ΠΒ: Άρα εκεί πως πρέπει κάποιος να το πει, να το παρουσιάσει;

ΜΜ: Σε τέτοια ζητήματα σημαντικό είναι καταρχάς να εξηγήσει και να μην δραματοποιήσει τέτοιες καταστάσεις. Να υπάρχει μια περιγραφικότητα αυτών, όταν, βέβαια, σχετίζονται με την εκάστοτε είδηση.

ΠΒ: Αλλάζει αυτό όταν κάποιος μιλάει στον ιατρικό χώρο.

ΜΜ: Ακριβώς, είναι άλλο πράγμα να μιλά ένας ιατρός και να χρησιμοποιεί όρους ιατρικούς, είναι άλλο πράγμα να μιλάω εγώ, που δεν έχω καμία ιατρική παιδεία, και να χαρακτηρίζω πράγματα και καταστάσεις γιατί «έτσι εγώ τις αντιλήφθηκα».

ΠΒ: Τι λέγατε για τους Αμερικάνους;

ΜΜ: Η Αμερικάνικη Ψυχιατρική Εταιρία έχει βγάλει οδηγίες σχετικά με τη χρήση της γλώσσας στα ΜΜΕ, και ένα από τα πράγματα που δίνει στους δημοσιογράφους, ώστε να λάβουνε υπόψη τους όταν γράφουν ή όταν αποτυπώνουν θέματα είναι: σε ποιο βαθμό αυτό που θέλουν να περιγράψουν σχετίζεται με την αναπηρία, ή αν απλά χρησιμοποιούν την αναπηρία ή την ψυχική αναπηρία για να δραματοποιήσουν την είδηση.

ΠΒ: Άρα, εσείς λέτε, και έχετε και σποτάκι για αυτό…

ΜΜ: «Τύπωσε την Είδηση, Όχι το Στίγμα».

ΠΒ: Και αυτό αφορά και τη ψυχική αρρώστια, αλλά και οτιδήποτε άλλο.

ΜΜ: Και μετά είδαμε και δημόσια διοικητικά έγγραφα, είδαμε και τη νομοθεσία. Και στη νομοθεσία έχουν μείνει πάρα πολλοί όροι, οι οποίοι έχουν απαρχαιωμένη ορολογία.

ΠΒ: Υπάρχουν, όμως, νόμοι που διατυπώνουν την ανάγκη προσοχής στο πώς κάποιος οφείλει να αντιμετωπίζει την αναπηρία.

ΜΜ: Όχι στο επίπεδο του λόγου. Και αυτό είναι κάτι που κοιτάξαμε και στους κώδικες δεοντολογίας των δημοσιογράφων, των ΜΜΕ. Οι περισσότεροι είναι από τη δεκαετία του ’90 που ήταν προφανώς πολύ διαφορετικό το πλαίσιο και η κουβέντα που γινόταν εκείνη την εποχή. Αυτό που θέλαμε να εξετάσουμε ήταν κατά πόσο αυτοί οι κώδικες, έχουν «πιάσει» αυτό το ζήτημα που εντάσσεται στον προβληματισμό δεοντολογίας των δημοσιογράφων. Η αλήθεια είναι ότι δεν αποτυπώνεται, δεν φαίνεται να απασχόλει. Παρόλου που, νομίζω, θα έπρεπε, όχι μόνο σε σχέση με την αναπηρία, αλλά και σε σχέση με τα στερεότυπα και την αναπαραγωγή τύπων στίγματος.

ΠΒ: Υπάρχει μια πρόοδος. Οι δημοσιογράφοι πλέον είναι κάπως πιο προσεκτικοί. Απλώς δεν γίνεται οργανωμένα, συνειδητά, και δεν αποτυπώνεται στους κώδικες.

ΜΜ: Δεν θα διαφωνήσω. Δεν θεωρώ, δηλαδή, ότι όλος ο κόσμος έχει κακή πρόθεση απαραίτητα. Θεωρώ πως πολλές φορές μπορεί να μην αντιλαμβάνεται καν εκείνη τη στιγμή ο τρόπος με τον οποίο λέει κάποια πράγματα, υπάρχει μια εναλλακτική, χωρίς να χρειαστεί να θίξει κανένα και να πατήσει πάνω σε στερεότυπα. Μια ωραία βιωματική άσκηση, γιατί κάναμε κάποια εκπαιδευτικά σεμινάρια, που κάναμε σε σεμινάριο με δημοσιογράφους, σε φοιτητές δημοσιογραφίας, καθώς και σε ψυχολόγους και κλινικούς, με πολλές βιωματικές ασκήσεις και ασκήσεις γραψίματος, δηλαδή μια παράγραφος στην οποία πρέπει να βρουν τα σημεία στα οποία η γλώσσα έχει πρόβλημα συμπεριληπτικότητας, και να το επαναδιατυπώσουν. Το κάνανε και διαπίστωσαν ότι όχι μόνο υπάρχουν εναλλακτικές, αλλά και ότι οι εναλλακτικές που υπάρχουν είναι εξίσου δυνατές με τη δραματοποιημένη γλώσσα, η οποία χρησιμοποιεί αυτούς τους άκριτους όρους.

ΠΒ: Όρους τύπου «στυγνός εγκληματίας με ψυχικά προβλήματα», «σχιζοφρένεια». Χωρίς να υπάρχει κανένα στοιχείο για αυτό.

ΜΜ: Άρα , πέρα από τους οδηγούς που είναι ένα πρώτο βήμα να μοιραστεί κανείς αυτά που είδαμε και αυτά που μάθαμε, υπάρχει και μια προετοιμασία σε επίπεδο σχεδιασμού εκπαιδευτικών προγραμμάτων και υλικού που είναι πολύ εύκολο να αξιοποιηθεί από κάποιον, όποιος έχει κάποιο ενδιαφέρον για το θέμα.

ΠΒ: Για τους δημοσιογράφους, είναι ένα σημαντικό «πρέπει», και για την ΕΡΤ ακόμα πιο πολύ. Είναι, φυσικά, και για τους πολλούς δημόσιους υπαλλήλους, αστυνομικούς, εισαγγελείς.

ΜΜ: Προφανώς. Αστυνομικούς, νομικούς, δικηγόρους και δικαστές, δημοσίους υπαλλήλους, για όλο τον κόσμο είναι βασικά.

ΠΒ: Δεν είναι μόνο τα θέματα της προσβασιμότητας της φυσικής και της ψηφιακής, είναι και τα θέματα της συμπεριληπτικής γλώσσας. Είναι τα θέματα της αφύπνισης της κοινωνίας και του εαυτού μας.

ΜΜ: Σας είπα, η σύγχρονη αντίληψη της αναπηρίας έχει τρία σκέλη: 1) τα χαρακτηριστικά του ατόμου, που είναι τα χαρακτηριστικά που έχει ένα εμποδιζόμενο άτομο, δηλαδή, η αναπηρία του, αισθητηριακή ή άλλη, 2) το κομμάτι το περιβαλλοντικό, πόσο είναι προσβάσιμο το περιβάλλον, και το 3) κομμάτι το συμπεριφορικό, είναι και η γλώσσα, και είναι όλα τα στερεότυπα που μια κοινωνία, ή οι άνθρωποι που μας περιτριγυρίζουν έχουν, γιατί και αυτά δημιουργούν εμπόδια. Ο συνδυασμός και των τριών είναι η κοινωνική αντίληψη της αναπηρίας. Δεν είναι μόνο το άτομο.

ΠΒ: Που και στο άτομο είπαμε είναι η ενδεχόμενη αυτή διάγνωση αισθητηριακής αναπηρίας είναι ένα από τα χαρακτηριστικά της ταυτότητάς του.

ΜΜ: Βέβαια. Θα σας πω ένα παράδειγμα, το οποίο για εμένα είναι συγκλονιστικό. Τα έγγραφα τα οποία παίρνει ένα άτομο, το οποίο έχει περάσει από τη διαδικασία διάγνωσης κάποιας μορφής αναπηρίας, γράφουν αναλυτικά τη διάγνωση που έχουν λάβει, τον βαθμό της αναπηρίας. Αυτά με μεγάλο βαθμό συνήθως μιλάνε για «απολύτως ανίκανος για κάθε βιοποριστική εργασία». Μια σειρά από ευαίσθητα προσωπικά δεδομένα, αυτά τα χαρτιά όχι μόνο ακολουθούν τα άτομα που τα έχουν λάβει σε όλη τους τη ζωή, αλλά είναι και χαρτιά τα οποία θα περάσουν από τη εφορία, θα περάσουν από τις τράπεζες, θα περάσουν από χίλιες-δυο υπηρεσίες, για να πάρουν τα τέλη αυτοκινήτου, κάποιο επίδομα, για το οτιδήποτε. Δεν γίνεται να εκθέτεις ευαίσθητα προσωπικά δεδομένα με τέτοιο τρόπο, χωρίς να υπάρχει πάρα πολύ σοβαρός λόγος. Και εδώ, όλη αυτή η πληροφορία μπορεί κάλλιστα να κωδικοποιηθεί, ώστε όποιος χρειάζεται, να παίρνει τη πληροφορία που χρειάζεται για να δει αν κάποιος υπάγεται ή δεν υπάγεται σε αυτό που τον αφορά. Να μην δίνει στην ουσία αφορμή για «κουτσομπολιό».

ΠΒ: Και όχι μόνο για αυτό, αλλά και να μη δίνει λαβή και στο στιγματισμό.

ΜΜ: Ακριβώς. Αυτό σας λέω. Μα καταρχάς, όταν υπάρχει ένα τέτοιο χαρτί, ο αυτοστιγματισμός είναι το σημαντικότερο πρόβλημα. Δηλαδή, όταν διαβάζεις αυτό το χαρτί, απορροφάς ο ίδιος αυτό το στίγμα. Δεν χρειάζεται καν να φτάσεις στους υπόλοιπους.

ΠΒ: Ωραία. Αυτό, να πούμε, μπορούνε να το βρούνε οι ακροατές.

ΜΜ: Ακριβώς, είναι όλα διαθέσιμα και στο διαδίκτυο (https://svinoumetostigma.gr/) , και στον ιστότοπο του Κέντρου Ευρωπαϊκού Συνταγματικού Δικαίου (https://www.cecl.gr/), και στα social media, και, φυσικά, υπάρχει και ένα σποτάκι που απευθύνεται στους δημοσιογράφους «Τύπωσε την Είδηση, Όχι το Στίγμα», και είμαστε στη διάθεση και της ΕΡΤ, και οποιοδήποτε άλλο φορέα. Κάναμε τρία τραπέζια, με διαφορετικές ομάδες φορέων. Το πρώτο ήταν με εκπροσώπους του δημοσιογραφικού χώρου, του ΕΣΡ, με καθηγητές ΜΜΕ. Δείξανε μεγάλο ενδιαφέρον. Αποδέχθηκαν το ότι υπάρχει αυτό το θέμα, και προσφέρθηκαν όχι μόνο να δούνε τις συστάσεις και να τις εξετάσουν, όταν επανεξεταστούν οι κώδικες δεοντολογίας, αλλά και να υποστηρίξουν δράσεις ευαισθητοποίησης των δημοσιογράφων και τα λοιπά. Κάναμε ένα δεύτερο τραπέζι, με εκπροσώπους από τον χώρο της ψυχικής υγείας, με ψυχολόγους, με ψυχιάτρους, με την Επιτροπή Δικαιωμάτων των Ψυχικά Ασθενών από το Υπουργείο Υγείας, οι οποίοι πήγαν ακόμα παραπέρα, γιατί υιοθέτησαν τις αρχές της συμπεριληπτικής γλώσσας, και έκαναν ένα έγγραφα, με το οποίο έδιναν κάποιες κατευθύνσεις, το οποίο το έχουν αναρτήσει στη ιστοσελίδα του υπουργείου, ειδικά για το πώς πρέπει να χρησιμοποιούμε τον λόγο σε σχέση με τη ψυχική υγεία. Και κάναμε και ένα τρίτο τραπέζι, με εκπροσώπους φορέων από τα Υπουργεία που εμπλέκονται με άτομα με αναπηρία, το Υπουργείο Επικρατείας, το Υπουργείο Υγείας, κ.λ.π., όπου και εκεί ήταν πάρα πολύ θετικοί.

ΠΒ: Γίνονται πράγματα.

ΜΜ: Δεν διαφωνώ ότι δεν γίνονται, απλά δεν πρέπει να γίνονται μία, και να γίνονται δύο. Δηλαδή, αυτό το πράγμα πρέπει να ανοίξει, πρέπει να φτάσει σε πολύ κόσμο. Εγώ, αυτό που θέλω είναι ο καθένας που κάποια στιγμή που θέλει να γράψει κάτι στον δημόσιο χώρο, με μία ιδιότητα, δημοσιογράφου, νομικού. Θέλω να μπορεί κάποιος να σκεφθεί εναλλακτικές, «μπορώ να το πω αλλιώς, έναν εξίσου δυνατό τρόπο να το πω χωρίς να αναπαράγω στερεότυπα;».

ΠΒ: Να σας ευχαριστήσω. Είστε η Μαρία Μουσμούτη, Διδάκτωρ Νομικής, Λέκτωρ στο Ινστιτούτο Προωθημένων Νομικών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο του Λονδίνου, Εκτελεστική Διευθύντρια στο Ίδρυμα ΤΣΑΤΣΟΥ, και έχετε συντονίσει αυτή τη σειρά εγχειριδίων για τη συμπεριληπτική γλώσσα που μπορεί να κάνει καλό σε όλους, και να βοηθήσει και την ελληνική κοινωνία να ξεπεράσει μερικά ακραία στερεότυπα, τα οποία υπάρχουν ακόμα, και δεν είναι μόνο για την αναπηρία, αφορούν και τον σεξισμό, τον ρατσισμό, και όλα αυτά.

 

Μπορείτε να ακούσετε ολόκληρη την εκπομπή στο: https://webradio.ert.gr/proto-programma/22ma%ce%90ou2022-athens-calling/

Μοιράσου το άρθρο!